Εξομολογήσεις ενός πρώην Κεντρώου με αφορμή το “Φασισμός Α.Ε”

…γράφει ο Νίκος Βράντσης
Παραφράζοντας τον Νόρμαν Φίνκελσταϊν θα μπορούσαμε σήμερα να μιλήσουμε για μια βιομηχανία του αντιφασισμού.  Μια διάχυτη όσο και επιδερμική ενασχόληση με τον αναδυόμενο φασισμό, που τελευταία πουλά και αποφέρει οφέλη οικονομικά και ηθικά σε όσους χρησιμοποιούν τον αντιφασιστικό λόγο με κίνητρο να αποκτήσουν άλλοθι. Να έχουν μια απόδειξη αθωότητας ώστε να δικαιολογήσουν την αρχική αμηχανία τους και τη υστερινή τους απραξία που βοήθησαν στην ανάδυση του.

Ο ‘Αρης Χατζηστεφάνου προφανώς δεν εντάσσεται σε αυτή την βιομηχανία. Οι προθέσεις του ειλικρινείς, η ματιά του διεισδυτική, η δουλειά του ξεκάθαρη, αναλυτική, βαθιά.  Με αυτό το σπουδαίο ντοκιμαντέρ, μας προσφέρει με έναν πολύ επιδέξιο και άμεσο τρόπο, τη γνώση της ιστορικής σχέσης του Φασισμού με την Οικονομία. Τοποθετημένος πολιτικά, εξοπλισμένος με τα όπλα που προσφέρει η Αριστερά στην ανάλυση του φαινομένου ( άλλωστε και οι Αμερικάνοι Neumann και Μarcuze ζήτησαν) απέχει από εκείνους του διαρκώς κινδυνολογούντες, όσο και από τους μόνιμα ψύχραιμους και ατάραχους, που δεν παραλείπουν να μας συμβουλεύουν να μην δίνουμε τόση σημασία στους γραφικούς φασίστες. Και μας δίνει μια ολοκληρωμένη εικόνα της άμεσης διαπλοκής φασιστών και Κεφαλαίου.
Πιθανότατα αν ο Μπρεχτ του “Αρτούρο Ούι” μετεμψυχωνόταν και αποφάσιζε να κάνει ντοκιμαντέρ,  θα ήταν Χατζηστεφάνου και θα δημιουργούσε το Φασισμός ΑΕ.
«Πώς μπορείς να μιλάς για τον Φασισμό αν δε θέλεις να μιλήσεις για τον Καπιταλισμό που τον γεννά»ή αλλιώς
«Μην χαίρεστε που σκοτώσατε το κτήνος. Η σκύλα που το γέννησε ζει και είναι πάλι σε οργασμό».

Ξεκινά στοχευμένα, γνωρίζει τι θέλει να πει και πως θα το πει. Εστιάζει. Άλλωστε για να κάνεις κάτι ολοκληρωμένο και σαφές, πρέπει να εστιάσεις. Μα αυτή του η μονομερής εστίαση, αφήνει κάποιες σημαντικές παραμέτρους στο σκοτάδι. Αφήνει κάποια σημαντικά ερωτήματα αναπάντητα. Ερωτήματα που το κάθε ένα σηκώνει μόνο του ένα Ντοκιμαντέρ. Αλλά είναι ερωτήματα που πρέπει να τεθούν.

Ερώτημα πρώτο
Το βασικό πρόβλημα ήταν πως για να καταδικάσουν τους βασικούς υπαίτιους για την άνοδο του φασισμού, θα έπρεπε να καταδικάσουν τον ίδιο τον καπιταλισμό.
Προσπάθησαν να βρουν υπεύθυνους και να μην κατηγορήσουν ολόκληρο το Οικονομικό σύστημα. Κατηγόρησαν ηγέτες και στελέχη και σε αυτούς καταλόγισαν τις ποινές.
Ο φασισμός είναι σαρξ εκ της σαρκός του Καπιταλισμού. Είναι η απόδειξη της ακρότητας στην οποία μπορεί να φτάσει ο Καπιταλισμός σε συνθήκες κρίσης, όταν του επιτρέπεται να αποχαλιναγωγηθεί. Είναι η απροκάλυπτη αστική πιστοποίηση της μαρξιστικής σύλληψης της κοινωνίας – ως διαιρεμένης στους οικονομικά κυρίαρχους και τους οικονομικά κυριαρχούμενους. Είναι η άμεση και ασυγκράτητη επιθυμία του καπιταλισμού για το κέρδος, που απεκδύεται τον νηφάλιο φιλελεύθερο μανδύα, και κατά έναν Σμιτικό τρόπο ενδίδει και επιδίδεται στις φρικαλεότητες που πάντα τον γοήτευαν, μα συγκρατούσε, για να κρατήσει τα προσχήματα. Ο φασισμός είναι εκεί όταν το Κεφάλαιο είναι φοβισμένο, και συνεπώς πολύ πολύ επικίνδυνο.  Φυσικά οι ευθύνες για την ανάδυσή του προσωποποιήθηκαν ώστε να μη καταδικαστεί συλλήβδην το σύστημα.
Ωστόσο εδώ τίθεται το εξής ερώτημα. Ποιος ο ρόλος της ηγετικής φιγούρας στην εξέλιξη της ιστορίας; Θα υπήρχε φασισμός δίχως έναν Χίτλερ και ένα Μουσολίνι;
Ερωτήματα υποθετικά και ίσως αδιάφορα. Μα τίθενται διότι είναι σαν να αθωώνουμε αυτούς τους αδίστακτους εξουσιομανείς, υπονοώντας πως ακόμα και αν δεν υπήρχαν αυτοί, το σύστημα θα είχε παράξει άλλους στη θέση τους. Λες και η θέση του αιμοσταγούς φασίστα είναι εκεί και περιμένει ένα πρόσωπο να τη γεμίσει. Και απλά ο κλήρος έλαχε στον Χίτλερ.  Φυσικά ο καπιταλισμός έχει τους νόμους του, δημιουργεί κάποιους αναπόφευκτους κανόνες, αλλά μπορούμε να παραβλέψουμε τον ρόλο του ηγέτη στην διαμόρφωση της ιστορίας; Τι θα ήταν η ιστορία δίχως Περικλή, Ναπολέοντα, Λένιν; Θα ήταν η ίδια ή εντελώς διαφορετική;
Ερώτημα δεύτερο
Ο φασισμός γεννιέται στις 23 Μαρτίου του 1919, στον σύνδεσμο Ιταλών βιομηχάνων στο Μιλάνο. Ο Μουσολίνι υπόσχεται να κηρύξει τον πόλεμο στους εργάτες και στους μικρούς αγρότες και μένει πιστός στην υπόσχεσή του.

Ο Χίτλερ δεν είχε καταλάβει πως κανένας φασίστας δεν είχε έλθει στην εξουσία αν δεν είχε πρώτα λάβει το πράσινο φως των μεγάλων επιχειρηματιών της εποχής
.
Εδώ βρίσκει κανείς την αχίλλειο πτέρνα του Ντοκιμαντέρ, που όπως προαναφέραμε αφορά στον Οικονομισμό του. Αναγάγει τα πάντα στην οικονομική βάση. Ωστόσο η μαρξιστική αυτή ορθοδοξία, αγνοεί τον ιδεολογικό παράγοντα. Τον σημαντικό, καθοριστικό ρόλο που μπορεί να παίξει η ιδεολογία, ως παρακινητική δύναμη, ικανή να ανατρέψει, μα και να επιτείνει τους εξουσιαστικούς δεσμούς.
Ο Χίτλερ υπήρξε ο άνθρωπος που ανέτρεψε τις φιλελεύθερες φανφάρες περί μετριοπάθειας και προόδου. Ανέτρεψε μια μετριοπαθή προσχηματική, φιλοσοφική βάση που μπορεί να ανιχνευθεί στον Κονστάντ, τον Σμιθ και κάθε συνεπή φιλελεύθερο στοχαστή. Χρησιμοποίησε κάθε μέσο για να καταλάβει την εξουσία. Επιβεβαίωσε τον Μακιαβέλλι, τον Σμιτ και τη συγκρουσιακή λογική που ενυπάρχει στα αντικρουόμενα συμφέροντα των οικονομικών τάξεων.
Ποια ήταν όμως τα κίνητρα των φασιστών; Ήταν τα ίδια με τα κίνητρα των καπιταλιστών με τους οποίους συμμάχησαν; Νομίζω πως όχι. Ήταν μια συνεχής μάχη για την εξουσία, για την επικράτηση της «Αρείας» Φυλής, που μπορούσε να επιτευχθεί μονάχα μέσα από τη συναίνεση της οικονομικής Ελιτ, οι οποίες μπροστά στο ενδεχόμενο του κέδρους, θυσίαζαν οποιονδήποτε ηθικό ενδοιασμό. Οι δυο τους ήταν συγκοινωνούντα δοχεία που συνεργάζονταν αγαστά, με όπλο την πατριδοκαπηλία και την πολεμολαγνεία.
Ήταν όμως η δημιουργία του φασισμού απόφαση της Οικονομικής Ελίτ; Η απάντηση κατ’ εμέ είναι αρνητική. Δε νομίζω πως δημιούργησε η ελίτ τον φασισμό. Απλά ήταν αυτή που τελικά του έδωσε τις ευλογίες της, τον φίλησε και τον κίνησε για να καταλάβει την εξουσία.
Ο Χίτλερ ήταν ένας πανέξυπνος βλάξ, δέσμιος των ψευδαισθήσεών του, ικανός να κάνει τα φρικιαστικότερα εγκλήματα για να τις υπερασπιστεί. Που βρίσκεται ο ιδεολογικός παράγοντας στο Ντοκιμαντερ;  Ο ίδιος ο Χίτλερ κινείτο μονάχα βάσει των επιταγών του οικονομικού συμφέροντος ; Δεν ήταν η ιδεοληψία του, η εθνικιστική του παράνοια, η πίστη του στις μισαλλόδοξες, σοβινιστικές του αυταπάτες, τα βασικά κίνητρα που τον οδήγησαν φυσικά και στη συνεργασία με τη κατεστημένη οικονομική ελίτ;
Ερώτημα τρίτο
Ποια είναι αυτή η μάζα των ψηφοφόρων που στηρίζει τον νεοφασισμό; Ποια είναι τα χαρακτηριστικά αυτού του πλήθους που γοητεύεται τόσο πολύ από την παραληρηματική ρητορεία του Φύρερ; Ποιες χορδές της μάζας αγγίζει ο φασισμός; Και γιατί αυτές οι χορδές  ήταν και συνεχίζουν να είναι ευαίσθητες; Αυτή τη χειραγωγίσιμη μάζα, που σοκαρισμένη από τη βίαιη μετάβαση από την ευημερία στην πληβειοποίηση, ενδίδει στην φασιστική ρητορεία, το «Φασισμός ΑΕ» δεν την θίγει καθόλου.
Επικεντρώνεται στη σχέση του Κεφαλαίου με τον φασισμό, αλλά δεν δείχνει πως αυτός αποκτά την λαϊκή αποδοχή, πώς παραπλανεί τα πλήθη και μάζες εργατικές. Διότι ο φασισμός πέρα από τη συνεργασία με την ελίτ, χρειάζεται και την συναίνεση, αν όχι την πίστη και τυφλή υπακοή ενός πλήθους.
Ποια είναι τα χαρακτηριστικά των luben αυτών στοιχείων που μαγεύονται από τη ρητορεία του χαρισματικού ηγέτη και γιατί ταΐζοντας τα λίγη πατρίδα, λίγη θρησκεία, λίγη τάξη και ασφάλεια, ένα εξιλαστήριο θύμα και μια ελπίδα, τον οδηγεί σε μια θρησκευτική πίστη στον πόλεμο, το θάνατο, τη φρίκη, την αυτοθυσία και την εχθρότητα; Πώς καταφέρνει να κατευθύνει την οργή του καταπιεζόμενου, εκείνος που θα έπρεπε να είναι ο δέκτης της; Και φυσικά πως ξεπερνάμε τις κρατικές κατασκευές και θρησκευτικές προκαταλήψεις, στις οποίες ενυπάρχει το στοιχείο της αντιπαλότητας;
Ερώτημα τέταρτο.
Η Ευρώπη αποδεικνύει ότι μπορεί να αποδεχθεί ακόμα και πολιτικούς απογόνους του Μουσολίνι, όπως ο Τζιανφράνκο Φίνι στην Ιταλία.
Όσο για τους εθνικοσοσιαλιστές στην Ουκρανία φιλούν το χέρι των Ευρωπαίων Αξιωματούχων που τους άνοιξαν το δρόμο για την εξουσία.
Αυτή είναι η αναφορά που γίνεται στην Ευρωπαϊκή ακροδεξιά, δείχνοντας και την έλλειψη ηθικών αναστολών της Ευρωπαϊκής ελίτ, να δεχθεί νεοναζιστικά και ακροδεξιά στοιχεία, ώστε να εξυπηρετήσει τα οικονομικά της συμφέροντα. Μια Ευρώπη της Οικονομίας.
Εδώ στέκομαι ως ένας αδαής και μπερδεμένος μαθητής ανάμεσα σε δυο διαφορετικές σχολές που μοιάζουν να δίνουν διαφορετικές εξηγήσεις.
Η μια είναι αυτή που εκφράζεται και στο ντοκιμαντερ του Άρη Χατζηστεφάνου που θεωρεί εγγενές χαρακτηριστικό της ακροδεξιάς και του νεοφασισμού, την συνεργασία, αν όχι και τη δημιουργία τους, από το οικονομικό Κεφάλαιο. Η άλλη είναι η σχολή του Paul Hainsworth, ενός μετριοπαθούς ερευνητή της ακροδεξιάς που κατηγοριοποιεί το φαινόμενο και κατανέμει τις ακροδεξιές κινήσεις ανάλογα με τα χαρακτηριστικά τους – σε Κοινωνικό Σωβινισμό, Δεξιό Aυταρχισμό και Λαϊκιστικό Αντικρατισμό.
Ωστόσο ο τελευταίος αυτός βρίσκει ως κοινό γνώρισμα των τριών αυτών κατηγοριών της ακροδεξιάς, την πατριδολαγνεία, την κατασκευή του εχθρικού άλλου, του επικίνδυνου Ξένου. Ως προς την οικονομία όμως δείχνει πως ακροδεξιά μορφώματα μπορούν να υιοθετήσουν μια αριστερή οικονομική ατζέντα, αντιφιλελευθερισμού και κοινωνικού προστατευτισμού, στον οποίο φυσικά θα έχουν πρόσβαση μόνο οι νόμιμοι,ομόαιμοι και αποδεδειγμένοι πολίτες της εθνικής κλειστής δυστοπίας τους.
Αυτό που με προβληματίζει στον Hainsworth είναι το βάθος της έρευνάς του. Δημιουργεί αυτές τις κατηγορίες στηριζόμενος στις οικονομικές εξαγγελίες ή στην πολιτική πρακτική της ακροδεξιάς; Διότι εν τέλει η ακροδεξιά και ο νεοφασισμός φαίνεται πως πάντοτε καταλήγουν σε μια συνεργασία με το κεφάλαιο και μια ταύτιση με τη νεοφιλελεύθερη ατζέντα. Είναι ενάντια στην παγκοσμιοποίηση αλλά ταυτίζονται με τα κρατικά συμφέροντα και το Κοσμοπολίτικο Κεφάλαιο.  Και όμως ο Ιρλανδός θεωρητικός θεωρεί πως αυτός ο ισχυρισμός αποτελεί μια γενίκευση. Αντίθετα εγώ πιστεύω πως η γενίκευση αυτή ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Ο φασισμός χρησιμοποιεί και κλέβει από την αριστερή ατζέντα μονάχα προς τη δημιουργία εντυπώσεων. Στην πραγματικότητα πάντα συντάσσεται με το Κεφάλαιο. Πάντα χρησιμοποιείται από αυτό.
Τι μου έδωσε το «Φασισμός ΑΕ»
Η δημοκρατία δεν πεθαίνει στα χέρια του Μουσολίνι και του Χίτλερ. Πολύ πριν έρθουν αυτοί στην εξουσία ήταν κλινικά νεκρή.
Ένας από τους μύθους που ακολουθεί τον Μουσολίνι και τον Χίτλερ είναι ότι κατέλαβαν την εξουσία δια της βίας φέρνοντας τους πολιτικούς προ τετελεσμένων γεγονότων. Στην πραγματικότητα παραβίαζαν απλώς ανοικτές θύρες.
Ο παραλληλισμός του τότε με τον τώρα είναι απόλυτα εύστοχος και εξαιρετικά βοηθητικός. Ο Χατζηστεφάνου συνέκρινε θαυμάσια δυο περιόδους που μοιάζουν καταπληκτικά. Δίδυμα με λίγη ώρα διαφορά στη γέννα του ιστορικού χρόνου. Το πρώτο είναι τραγωδία. Το δεύτερο,φάρσα. Έδειξε την απαξίωση της δημοκρατίας από τις δυνάμεις του λεγόμενου Κέντρου, πριν την έλευση του φασισμού. Την μετατροπή της δημοκρατίας σε προεδρική δικτατορία, όπου ο πρόεδρος αποφάσιζε για τα πάντα με πράξεις νομοθετικού περιεχομένου. Μας μίλησε για τη δημιουργία μιας συνεχούς κατάστασης εκτάκτου ανάγκης, ώστε να δαιμονοποιηθεί η αριστερά, να δικαιολογηθούν οι περικοπές σε μισθούς και συντάξεις, να απαξιωθεί η εργασία και τα συνδικάτα, εν ονόματι της εθνικής προσπάθειας να ξεπεραστεί η κρίση του Κεφαλαίου. Τι μου θυμίζει; Τι μου θυμίζει;
Συνέκρινε τις δυο περιόδους. Όπως οι φασίστες του τότε βρήκαν συνεργάτες στην Renault, την Siemens, την IG Farben, την Fiat, τον σύνδεσμο Ιταλών βιομηχάνων, τον δικό μας Λαναρά, τους μαυραγορίτες, κλπ, όπως η Χούντα βρήκε συμμάχους στον Λάτση, τον Βαρδινογιάννη, τον Τομ Πάπα, έτσι και η Χ.Α σήμερα βρίσκεται σε απόλυτη σύμπνοια με τους εφοπλιστές. Τον Βαρδινογιάννη, τον Μπόμπολα, τον Αλαφούζο. Ανθρώπους που κατέχουν τα ΜΜΕ, και ανέλαβαν και το ξέπλυμα της σοβαρής Χ.Α.  Πως χρησιμοποιήθηκαν οι «αντισυστημικοί» Χρυσαυγίτες όπως οι τότε Ναζί, για να κάμψουν την αντίσταση των εργατών, των απεργών, των οικολόγων ακτιβιστών.
Μου θύμισε τη σχέση των αστικών κομμάτων με τον φασισμό, καταρρίπτοντας τον μύθο της βίαιης κατάλυσης της δημοκρατίας από τους Ναζί. Ο φασισμός πάντοτε βρήκε συμμάχους στους σχηματισμούς του συνταγματικού τόξου, που είτε τον περιφρόνησαν, είτε νόμισαν αλαζονικά πως θα τον χρησιμοποιήσουν, είτε τάχθηκαν ανοιχτά υπερ του. Πάντοτε έδρασαν έτσι ώστε να τον εκτοξεύσουν. Και η ιστορία επαναλαμβάνεται. Μας το αποδεικνύει περίτρανα η ακροδεξιά του Σαμαρά, και η υπόθεση Μπαλτάκου.
Αλλά κυρίως αυτό που συγκράτησα είναι ο ρόλος του περιβόητου Κέντρου στην συγκρότηση του φασισμού. Και ας μιλήσουμε κυρίως για την Κεντροαριστερά.

Η εξομολόγηση ενός πρώην Κεντρώου
H κεντροαριστερά υπάρχει εκεί που υπάρχει χώρος για διαχείριση ενός πλεονάσματος που προκύπτει από έναν ακμαίο καπιταλισμό, γεμάτο μεν αντιφάσεις και τρανές ανισότητες, ικανό όμως να προσφέρει μια βελτίωση στις συνθήκες διαβίωσης των χαμηλότερων τάξεων. Οι ανισότητες αυξάνονται μα υπάρχει χώρος και για τις χαμηλότερες τάξεις. Όταν ο καπιταλισμός βρίσκεται σε κρίση, όταν αποκαλύπτει τις δομικές του ανεπάρκειες και τις αναπόφευκτες καταστροφές των εξίσου αναπόφευκτων κρίσεών του, η διαχείριση που επαγγέλλεται η κεντροαριστερά χάνει το νόημά της, γιατί χάνονταιι τα βασικά στοιχείά στα οποία βασίζεται. Η οικονομία, το χρήμα, και η συναίνεση του ετερογενούς πλήθους, ακριβώς λόγω της ικανοποιητικής διαχείρισης. Η κεντροαριστερά είναι μια πολυτέλεια που σε περιόδους κρίσης δεν υπάρχει.
Ούτως ή άλλως η διαχείριση γίνεται καλύτερα από όσους είναι διατεθειμένοι να προβούν στην επιβολή κάθε θυσίας για να επιβιώσει η οικονομία. Είναι η οικονομία ενάντια στη δημοκρατία. Και επειδή η δεξιά πάντα είχε μια πιο στενή αντίληψη για τη δημοκρατία, πάντα φλέρταρε με τον φασισμό. Είναι ο καλύτερος σύμμαχος, ο πιο έμπειρος θα λέγαμε, για την επιβολή της φτώχειας. Οι αξίες της νοικοκυροσύνης (με ότι και αν αυτό σημαίνει), της καρτερικότητας που σε γεμίζει απωθημένα, της αξιοπρόσεκτης αυτοθυσίας για το καλό μιας κατασκευασμένης πατρίδας, είναι τα όπλα της επιβεβλημένης και αξιοθαύμαστης αδράνειας.
Γιατί να αναπαράξουμε ένα κοινωνικό μοντέλο που είναι πια αρχαϊκό συγκριτικά με τις δυνατότητες που έχει δημιουργήσει. Γιατί να υπακούσουμε σε ένα σύστημα που έχει καταντήσει αντεπιστημονικό και φαύλο;
Αυτό που αποκαλύπτει η κρίση, πέρα από τα μη-όρια αγριότητας στα οποία μπορεί να φτάσει ο καπιταλισμός, είναι η ψευδαίσθηση του κέντρου, που έχει φτάσει να σημαίνει το ανθρώπινο καπιταλιστικό πρόσωπο. Μα όταν ένα πρόσωπο απειλείται προσπαθεί απεγνωσμένα να διατηρηθεί στην ύπαρξη με ότι και αν αυτό συνεπάγεται.
Έτσι η αριστερά, οφείλει να προτάξει την επιθυμία της για ανατροπή. Κάθε εξαγγελία διαχείρισης προκαλεί το μειδίαμα αυτού που γνωρίζει το ψέμα που μας σερβίρουν. Ανατροπή. Αλλά τι θα πει ανατροπή.
Ανατροπή δε σημαίνει μονοκομματικό κράτος, δε σημαίνει δημοκρατία του ενός, δε σημαίνει λογοκρισία και δικτατορία. Ανατροπή σημαίνει κατάκτηση της δημοκρατίας, ανατροπή των σχέσεων οικονομίας,  δημιουργία των κατάλληλων συνθηκών αυτοδιαχείρησης, ανάκτησης δημοσίων χώρων, άνθιση των κινημάτων, ανατροπή των «παραδοσιακών θεσμών», φιλελευθεροποίηση της παιδείας, πίστη στις αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες που είναι πράγματι δυνατές.
Ανατροπή σημαίνει μάχη,καλαισθησία, από-ανάπτυξη, φαντασία
Εδώ βλέπεις το ντοκιμαντέρ

*το κείμενο δημοσιεύτηκε στις 14/04/2014 στο dubium

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου